Cells Eternities, (Poetry), Ed. Gavrielidis, 2018

Κύτταρα Αιωνιότητες

Άφαντος

 

Με ένα χαμένο σύννεφο είχα ήδη φύγει

Και έμεινα επάνω στο βουνό

Με την αβυσσαλέα μόνο

καμπάνα του μοναδικού

 

Και ούτε χάος ούτε σκότος ούτε φάος

Και αναλογίστηκα πολύ την νεκρή σπορά

Σπορά πεθαμένη καινούργια και παλιά

Αίμα και σάρκα οργωμένα πάλι και πάλι

Μορφές παραδομένες πάλι θοώ πυρί

γυία θεού μέλη πάλι σειόμενα και πάλι

Τόσο θάνατο, τόση άμμο θανάτου

Τόσο άμουσο άφυλο άφωνο θάνατο

Ποιο χώμα θα μπορούσε να δεχθεί;

 

Ποιο στόμα θα δεχθεί

το λόγο τόσου θανάτου;

 

Πεφυγώς και στην κορυφή του το βουνό

είναι ασάλευτος χορός και χαμηλά

στοιβαγμένα τα άσπρα κόκαλα ήταν

τα διπλωμένα γόνατα αμέτρητων πολέμων

Και ενός στερνού πολέμου που ακαριαία

τον είχε τελειώσει μια αβασίλευτη σιωπή

-Αυτός ο πόλεμος δεν θα έχει βλέφαρα

Δεν θα έχει στόμα και λύρα και ώμο

Μόνο γυμνά, καμένα μάτια

Και χωρίς παλάμες θα είναι

 

Ανάερος και απόκρημνος περπάτησα πού;

Και στην πιο έρημη άκρη του λόγου

Στάθηκα άνους και άλαλος

Επάνω κάτω, μπροστά πίσω, πουθενά παντού

Και μισάνοιχτη μια καλύβα αίνιγμα εκεί

Φοβερά και δεινά πάσχοντας πολλά

Ζωντανή πεθαμένη σκιρτούσε

Και γνέφοντας με καλούσε

Άλλο όνομα άλλος νους άλλη λαλιά

Άλλος θάνατος άλλο χώμα άλλη σπορά

 

Τόσου θρήνου κωφού τα νερά

Ποια μήτρα θα ελευθερώσει;

 

Σε κτιστή έρημο άφαντη

Άκτιστη άνοδος, κάθοδος, μήτε

 

Άλλη σάρκα αίμα άλλο

 

Αντεστραμμένος

Με άνθη πασχαλιάς σε ποιο τόπο;

Με ποιο σώμα και αίμα ποιάς θέλησης;

Με ένα σύννεφο πέρασμα άφαντος