Ρ.Ρήματα

Ρ.Ρήματα

Μια Κυριακή πλεγμένη στο συννεφιασμένο καθρέφτη του Παγασητικού, μου διηγήθηκε η ίδια κατά το μεσημέρι, πώς ονειρεύτηκε τις άκτιστες ενέργειες του Θεού.

Στο ένα άκρο του ορίζοντα, ένας ποταμός προσώπων φούσκωνε σαν καπνός, ανέβαινε και κατέβαινε, έπαιρνε μορφή, ατέλειωτος, αχανής στριφογύριζε. Στο άλλο άκρο, Άγγελος καθισμένος, ειδωμένος με λευκό φως άγνοιας ορατής και σκιές αόρατης γνώσης, με διάνοια επτερωμένη,  έδειχνε με το δάχτυλό του ένα φευγάτο από αρχαίο κυπριακό αγγείο περιστέρι, που συγκροτούσε ένα αδιανόητο άρμα ρημάτων και ενεργημάτων, στο κέντρο αυτής της άπειρης, λευκάζουσας, υδάτινης ανάσας του πελάγους.